Η θέση της Κύπρου στο χάσμα εισοδήματος των 2 φύλων

Insider

Κοντά στο 5% βρισκόταν τα τελευταία δέκα χρόνια η διαφορά μεταξύ των φύλων όσον αφορά το διάμεσο ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat, ενόψει της Διεθνούς Ημέρας της Γυναίκας.

Σε απόλυτους αριθμούς, το 2021 η διάμεση τιμή του εισοδήματος (η τιμή των εισοδημάτων που βρίσκεται στη μέση της κατάταξης κατά σειρά μεγέθους όσων καταγράφηκαν) για τους άντρες βρισκόταν στα 18.774 ευρώ, σχεδόν 800 ευρώ περισσότερα από τη διάμεση τιμή για τις γυναίκες (17.972 ευρώ).

Το ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα είναι το συνολικό εισόδημα ενός νοικοκυριού μετά την αφαίρεση των φόρων και άλλων κρατήσεων, το οποίο είναι διαθέσιμο για αποταμίευση ή δαπάνη, διαιρεμένο με τον αριθμό των μελών του νοικοκυριού (τα οποία σταθμίζονται ανάλογα με την ηλικία).

Λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές στον βαθμό αστικοποίησης, το 2021 η διαφορά μεταξύ των φύλων όσον αφορά το καθαρό εισόδημα ήταν μικρότερη για τους κατοίκους αγροτικών περιοχών (4,0%) από ότι για τους κατοίκους των πόλεων (4,8%).

Στην Κύπρο καταγράφεται το έκτο συνολικά υψηλότερο χάσμα στο εισόδημα μεταξύ των φύλων τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές, λίγο πιο πάνω από το 6%. Ωστόσο η διαφορά μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών είναι σχετικά μικρή, με τις αστικές περιοχές να καταγράφουν ελαφρά μεγαλύτερο ποσοστό.

Ως έμφυλο χάσμα ορίζεται η διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών ως ποσοστό των εισοδημάτων των ανδρών.

Σε επίπεδο κρατών μελών, το κενό μεταξύ των εισοδημάτων ανδρών και γυναικών ήταν υψηλότερο στις πόλεις σε σχέση με τις αγροτικές περιοχές σε 13 κράτη μέλη. Οι μεγαλύτερες διαφορές καταγράφηκαν στη Λιθουανία (8,5 ποσοστιαίες μονάδες – πμ) και τη Μάλτα (7,3 πμ).

Μεταξύ των 14 χωρών όπου η διαφορά μεταξύ των φύλων ήταν ψηλότερη στις αγροτικές περιοχές από ό,τι στις πόλεις, οι μεγαλύτερες διαφορές καταγράφηκαν στην Αυστρία (5,3 πμ) και την Ιταλία (4,2 πμ). Παράλληλα, στις αγροτικές περιοχές στην Αυστρία και τη Μάλτα, η διαφορά στα εισοδήματα ήταν προς όφελος των γυναικών (-1,7% και -4,4% αντίστοιχα).