
Αδάμος Αδάμου/Insider
Αλλαγές προς όφελος όσων κρατικών υπαλλήλων σήμερα τυχαίνει, στη διάρκεια της άδειας ανάπαυσης τους, να ασθενήσουν φέρνει παρέμβαση της συντεχνίας Ισότητα.
Η συντεχνία, στις αρχές Ιουλίου απευθύνθηκε στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού (ΤΔΔΠ) με μακροσκελή επιστολή, καταγράφοντας πως ο υφιστάμενος κανονισμός της Δημόσιας Υπηρεσίας έρχεται σε διάσταση με την ισχύουσα νομοθεσία για τις ετήσιες άδειες ανάπαυσης αλλά και με νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ.
Ο εν λόγω κανονισμός, που όπως όλα δείχνουν θα αλλάξει, ο Κανονισμός 4(7) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Χορήγηση Αδειών) Κανονισμών του 1995 (Κ.Δ.Π. 101/95), προνοεί πως «σε περίπτωση που υπάλληλος ασθενήσει, ενώ βρίσκεται με άδεια ανάπαυσης, η περίοδος ασθενείας του δεν υπολογίζεται ως άδεια ασθενείας, αλλά λογίζεται σε βάρος της άδειας ανάπαυσης του.
Σε περίπτωση όμως που υπάλληλος ασθενήσει και χρειάζεται να νοσηλευτεί σε νοσηλευτικό ίδρυμα, η άδεια ανάπαυσής διακόπτεται μετά από αίτηση του υπαλλήλου και η περίοδος νοσηλείας του θα θεωρείται ως άδεια ασθενείας, μετά από πιστοποίηση αρμόδιου ιατρικού λειτουργού». Με απλά λόγια, εάν ένας κρατικός υπάλληλος ασθενήσει ή τραυματιστεί δεν μπορεί να τερματίσει την άδεια ανάπαυσης του και να πάρει άδεια ασθενείς, παρά μόνο εάν χρειαστεί να νοσηλευτεί.
Ανάπαυση 4 εβδομάδων
Σύμφωνα με τη συντεχνία, το Δικαστήριο της ΕΕ έθεσε όρια στο εθνικό δίκαιο, όταν η ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών και η άδεια ασθενείας αλληλεπικαλύπτονται. Συγκεκριμένα, αναφέρει πως το Δικαστήριο της ΕΕ έχει αποφανθεί ότι εναπόκειται στα κράτη μέλη να επιτρέπουν ή να απαγορεύουν τη λήψη ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών κατά τη διάρκεια περιόδου άδειας ασθενείας. Ωστόσο, εάν ο εργαζόμενος δεν επιθυμεί να λάβει ετήσια άδεια κατά την εν λόγω περίοδο, η ετήσια άδεια πρέπει να του χορηγηθεί σε άλλη χρονική περίοδο.
Αυτό σημαίνει, ειδικότερα, ότι εργαζόμενος ο οποίος βρίσκεται σε άδεια ασθενείας κατά τη διάρκεια περιόδου προγραμματισμένης ετήσιας άδειας, δικαιούται να λάβει την εν λόγω ετήσια άδεια σε διαφορετικό χρόνο, κατόπιν αιτήματός του, ανεξάρτητα από το αν η άδεια ασθενείας ξεκινά πριν από την προγραμματισμένη ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών ή κατά τη διάρκεια αυτής, αναφέρει η συντεχνία.
Η Ισότητα υπενθυμίζει πως με το εδάφιο (1) του άρθρου 8 του Περί της Οργάνωσης του Χρόνου Εργασίας Νόμου του 2002 «όλοι οι εργαζόμενοι δικαιούνται σε ετήσια άδεια με αποδοχές τουλάχιστο τεσσάρων εβδομάδων, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει η νομοθεσία ή οι συλλογικές συμβάσεις ή/και η πρακτική για την απόκτηση του δικαιώματος και τη χορήγηση της άδειας».
Με βάση τα πιο πάνω, αναφέρει η συντεχνία, το πρώτο σκέλος του Κανονισμού 4(7) της Κ.Δ.Π. 101/95 βρίσκεται σε διάσταση τόσο με το εδάφιο (3) του άρθρου 5 και τα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 6 των περί Ετησίων Αδειών μετ’ Απολαβών Νόμων όσο και με τον περί Οργάνωσης του Χρόνου Εργασίας Νόμο του 2002, την Οδηγία 2003/88/ΕΚ και τη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ.
Ρυθμίσεις τον Σεπτέμβρη στη Βουλή
Η Ισότητα, με την επιστολή της προειδοποιούσε πως σε περίπτωση μη αλλαγής του συγκεκριμένου κανονισμού «θα είμαστε αναγκασμένοι να θέσουμε το όλο θέμα υπόψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και να κινηθούμε δικαστικώς εναντίον της Δημοκρατίας στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών».
Το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού απάντησε στην Ισότητα και όχι μόνο φαίνεται να συμφωνεί αλλά ενημερώνει πως προωθεί αλλαγές για τροποποίηση του κανονισμού. «Έχω οδηγίες να αναφερθώ στη σχετική με το ανωτέρω θέμα επιστολή σας, με ημερομηνία 10.7.202023, με την οποία ζητείται από το ΤΔΔΠ όπως προβεί σε δέουσες ενέργειες για τροποποίηση του Κανονισμού 4{7) των Περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Χορήγηση Αδειών) Κανονισμών του 1995 έως 2017, και να σας πληροφορήσω ότι ήδη το ΤΔΔΠ προωθεί τις αναγκαίες ενέργειες για τροποποίησή του, ώστε να συνάδει με τους περί τους Ετήσιων μετ’ Απολαβών Νόμους του 1967 έως 2023 όσο και με τη συναφείς αποφάσεις του δικαστηρίου της ΕΕ και με την έναρξη των εργασιών της Βουλής θα κατατεθούν τροποποιητικοί κανονισμοί για έγκριση», αναφέρεται.